αντιφώνηση

αντιφώνηση
(Νομ.). Όρος του ρωμαϊκού δικαίου. Σημαίνει την υπόσχεση του οφειλέτη (ή ενός τρίτου που ενεργεί για χάρη του οφειλέτη) προς τον δανειστή ότι θα εκπληρώσει την παροχή που του οφείλει. Η υπόσχεση αυτή δεν καταργεί την ενοχή που προϋπάρχει, αλλά περιέχει είτε αναγνώρισή της είτε απλή επιβεβαίωσή της με πρακτικές συνέπειες, όπως τη διακοπή της παραγραφής.
* * *
η (Μ ἀντιφώνησις)
απάντηση σε προσφώνηση.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • αντιφώνηση — η απάντηση σε προσφώνηση: Η αντιφώνηση ήταν σύντομη αλλά θερμή …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἀντιφωνήσῃ — ἀντιφωνήσηι , ἀντιφώνησις answer by letter fem dat sg (epic) ἀντιφωνέω sound in answer aor subj mid 2nd sg ἀντιφωνέω sound in answer aor subj act 3rd sg ἀντιφωνέω sound in answer fut ind mid 2nd sg ἀ̱ντιφωνήσῃ , ἀντιφωνέω sound in answer futperf… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υπόψαλμα — το / ὑπόψαλμα, άλματος, ΝΑ [ὑποψάλλω] νεοελλ. εφύμνιο αρχ. ανταπόκριση, αντιφώνηση σε τραγούδι …   Dictionary of Greek

  • αντιφωνώ — αντιφώνησα, απαντώ σε προσφώνηση. Ουσ. αντιφώνηση, η …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”